H Ελληνική Εταιρεία Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΕΕΔΣΑ), ως επιστημονικός, μη κερδοσκοπικός Οργανισμός που σήμερα αριθμεί πάνω από 500 μέλη από όλους τους φορείς που ασχολούνται αποκλειστικά με θέματα διαχείρισης στερεών αποβλήτων (ΑΕΙ/ΤΕΙ, στελέχη Υπουργείων και ΟΤΑ, μελετητές, κατασκευαστικές εταιρίες, Οικολογικές Οργανώσεις κ.α) συμμετέχει στη διαδικασία της ανοιχτής διαβούλευσης σε μια προσπάθεια να συμβάλλει με την εμπειρία των μελών της στην συζήτηση σχετικά με την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2008/98/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο.
Τα σχόλια που παρατίθενται παρακάτω (Γενικά και Ειδικά ανά Άρθρο) έχουν προέλθει από τα μέλη μας, τις Ομάδες Εργασίας και το ΔΣ της Εταιρείας. Μεταξύ άλλων συνέβαλλαν ιδιαίτερα οι Χρήστος Τσομπανίδης, Αντιπρόεδρος ΔΣ, Ανδρέας Κουσκούρης, Μέλος ΟΕ Συλλογής Μεταφοράς & Logistics, Δέσποινα Μονιάκη-Φρατεπιέτρο, μέλος ΟΕ για τους ΧΥΤ, και η Mαρία Φλεμετάκη μέλος της ΕΕΔΣΑ. Επαναλαμβάνουμε ότι σκοπός της εταιρείας είναι η προαγωγή της χρήσης αποδεκτών μεθόδων και συστημάτων Δ.Σ.Α., η καλλιέργεια των σχετικών επιστημονικών μεθόδων και εφαρμογών με απώτερο στόχο τη συμβολή στη βιώσιμη ανάπτυξη, την προστασία της ποιότητας του περιβάλλοντος και την προστασία και εξοικονόμηση φυσικών πόρων και ενέργειας.
Γενικός σχολιασμός: Η Οδηγία 98/2008 θα αλλάξει τον τρόπο που διαχειριζόμαστε τα απόβλητα για τα επόμενα 20 έτη. Πρόκειται στην ουσία για καταστατική συμμόρφωση της χώρας μας και αποτελεί ομπρέλα για τα αστικά – επικίνδυνα απόβλητα και χρησιμοποιημένα λάδια. • Θετικό θεωρείται, ότι για πρώτη φορά ακόμη και μέσω του τίτλου του, καθίσταται σαφές ότι ο Νόμος πλαίσιο δεν αφορά μόνο τα «Στερεά Απόβλητα» αλλά τα «απόβλητα», όπως ήταν και το πνεύμα του μέχρι τώρα κοινοτικού θεσμικού πλαισίου μη επικινδύνων αποβλήτων. Αυτό ήταν πολύ πιο απαραίτητο τώρα, που αντιμετωπίζονται με ένα νομοθέτημα τα μη επικίνδυνα απόβλητα, τα επικίνδυνα απόβλητα και τα ορυκτέλαια, πλην των ρητά εξαιρουμένων από το νόμο αποβλήτων.
• Θετικό θεωρείται ότι επιτέλους το νομοθέτημα-πλαίσιο για τα απόβλητα έχει την ισχύ νόμου, που αποκαθιστά τη νομοθετική ιεραρχία στην ορθή της διάσταση. Η μέχρι τώρα θέσπιση πλαισίου μέσω ΚΥΑ (π.χ. ΚΥΑ 50910/2002) «κάτω» από την οποία ιεραρχικά ρυθμίζονταν θέματα ακόμη και Νόμο (Ν. 2939/2001) ήταν προβληματική. • Θετικό θεωρείται ότι επιτέλους καταργούνται κάποιες πεπαλαιωμένες και αναχρονιστικές διατάξεις, του ευρύτερου νομοθετικού πλαισίου (Ν. 1650/86, Υ.Δ. Ε1β/221/1965 κ. ά.) που είτε ήταν πλέον ανεδαφικές ήταν λειτουργούσαν ως παράλληλο θεσμικό πλαίσιο, με πληθώρα προβλημάτων.
• Αρνητικό θεωρείται ότι για ένα τόσο σημαντικό νομοθέτημα, που αλλάζει άρδην το έως τώρα τοπίο, δόθηκε ανεπαρκής κατά τη γνώμη μας χρόνος διαβούλευσης. • Αρνητικό θεωρείται ότι στο μεγαλύτερο μέρος του το σχέδιο Νόμου αναλίσκεται σε απλή μετάφραση των άρθρων της οδηγίας 2008/98. Αυτό παρ’ ότι αποτελεί συνήθη ελληνική πρακτική, αφίσταται σημαντικά από τις ανάγκες λειτουργικής ενσωμάτωσης της οδηγίας σε επίπεδο εφαρμογής, και σίγουρα είναι κατώτερο των προσδοκιών, για μία ενσωμάτωση που γίνεται περίπου 2,5 έτη μετά τη θέσπιση της οδηγίας και με χρονική υστέρηση σε σχέση με το τιθέμενο στην οδηγία άνω χρονικό όριο.
Γενικά, η απλή μετάφραση οδηγιών και η παραπομπή για πλήρη ενσωμάτωση σε μελλοντικά θεσμικά εργαλεία (Υ.Α., Κ.Υ.Α., κ.ά) δεν είναι η καλύτερη λύση. Αυτό οδηγεί σε φαινόμενα παράλληλης ισχύος αντικρουόμενων νομοθετημάτων. Ενδεικτικά αναφέρεται, ότι θεσπίζεται μεν νέος νόμος – πλαίσιο αλλά παράλληλα συνεχίζει να ισχύει μεταβατικά η ΚΥΑ 50910/2002 κ.ά (βλ. σχετ. άρθρο 41 νομοσχεδίου). Λόγω της προαναφερθείσας πρακτικής, δηλ. της σε μεγάλο βαθμό απλής μετάφρασης της οδηγίας, εκ των πραγμάτων περιορίζεται σημαντικά και η δυνατότητα όλων (και η δική μας) για την υποβολή ουσιαστικών παρατηρήσεων για το προτεινόμενο σχέδιο νόμου στο πλαίσιο της παρούσας διαβούλευσης, και αυτό παραπέμπεται αναγκαστικά για το μέλλον, που θα πρέπει να εκδοθούν οι εκτελεστικές διατάξεις. Γι αυτό όμως κρίνεται απαραίτητο και τα εκτελεστικά θεσμοθετήματα (Υ.Α., Κ.Υ.Α., κ.λπ.) να τεθούν σε διαδικασία εκτενούς δημόσιας διαβούλευσης, γιατί εκείνα θα είναι τελικά τα κρίσιμα κείμενα από πλευράς εφαρμογής.
Ειδικότερα ανά Άρθρο οι παρατηρήσεις μας είναι οι εξής: 1. Άρθρο 3: Στον ορισμό του Φορέα Διαχείρισης Αποβλήτων περιλαμβάνεται «ο παραγωγός ή ο κάτοχος ή ο μεσίτης ή ο έμπορος», δηλ. όλοι όσοι ασχολούνται με οποιοδήποτε στάδιο της Διαχείρισης. Πρέπει με κάποιο ορθό νομοτεχνικά τρόπο να γίνει σαφής η διάκριση μεταξύ αυτής της έννοιας και των ΦοΔΣΑ κατά τις πρόνοιες της ΚΥΑ 50910/2002, όπως αυτές έχουν περαιτέρω εξειδικευτεί με τις διατάξεις περί της αυτοδιοίκησης. Περαιτέρω, η μόνη πρόβλεψη για τους ΦΟΔΣΑ είναι τελικά αυτή στο άρθρο 104 του Καλλικράτη Ν.3852/10 που προβλέπει την μετατροπή τους σε συνδέσμους των δήμων κάθε περιφέρειας, αλλαγή που θα δημιουργήσει πολλά προβλήματα ακόμα και σε αυτούς τους ΦΟΔΣΑ που θα είχαν την δυνατότητα να κρατήσουν ένα πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάγκη εφαρμογής ων απαιτήσεων της κοινοτικής οδηγίας και μετά από μερικές ημέρες του αντίστοιχου νόμου. Επίσης, ο προαναφερθείς ορισμός του Φορέα Διαχείρισης Αποβλήτων ως «ο παραγωγός ή ο κάτοχος ή ο μεσίτης ή ο έμπορος» δεν είναι σε πλήρη ακολουθία και συνέπεια με όσα αναφέρονται σε άλλα σημεία του νομοσχεδίου, όπως ενδεικτικά στο άρθρο 10 (και αλλού) που αναφέρεται «Ο παραγωγός ή ο κάτοχος ή ο φορέας διαχείρισης των αποβλήτων υποχρεούται …». Αυτό φαντάζει σε πολλά σημεία οξύμωρο και μπορεί να προκαλέσει σύγχυση, δεδομένου ότι η τρίτη έννοια που τίθεται διαζευκτικά των δύο πρώτων, περιλαμβάνει και τις δύο πρώτες έννοιες. 2. Άρθρο 4 : Στη νομοθεσία (άρθρο 4 της οδ. 2008/98) και την πολιτική για την πρόληψη και τη διαχείριση των αποβλήτων ισχύει ως τάξη προτεραιότητας η ακόλουθη ιεράρχηση όσον αφορά τις δράσεις και τις εργασίες διαχείρισης των αποβλήτων: Α) πρόληψη Β) προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση Γ) ανακύκλωση Δ) άλλου είδους ανάκτηση, π.χ. ανάκτηση ενέργειας , και Ε) διάθεση.
Ως προς αυτά, διατυπώνονται οι ακόλουθες παρατηρήσεις: Η ανωτέρω ιεράρχηση δεν θα πρέπει να εφαρμοστεί αναδρομικά και, ως εκ τούτου, οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις δεν υποχρεούνται να ευθυγραμμιστούν με την ιεράρχηση των αποβλήτων κατά την διάρκεια της αδειοδότησής τους. Εάν κάποιος διαχειριστής (Φορέας Διαχείρισης κατά τους ορισμούς του νομοσχεδίου) πρόκειται να ανανεώσει ή να τροποποιήσει την άδεια, τότε είναι ο κατάλληλος χρόνος για να εκτιμήσει κάθε θέμα που προκύπτει από την ιεράρχηση διαχείρισης των αποβλήτων. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσε να υπάρξει μία συμφωνία με την αδειοδοτούσα αρχή και τον κάτοχο της αδείας να διαπραγματευθεί για μία μεταβατική περίοδο για πιο κατάλληλη λειτουργία της εγκατάστασης. Εναλλακτική πρόταση θα ήταν ότι η ιεράρχηση διαχείρισης των αποβλήτων θα μπορούσε να αποτελέσει θέμα στην κατάρτιση του περιφερειακού σχεδιασμού ΔΑ (ΠΕΣΔΑ), κάτι που πράγματι ισχύει. Τότε λογικά κάθε αδειοδότηση εγκαταστάσεων ΔΑ θα έπρεπε να είναι συμβατή με το ΠΕΣΔΑ, άρα θαενέπιπτε στην εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 σχετικά με την ιεράρχηση διαχείρισης των αποβλήτων με τις προτεραιότητες που προβλέπει. Επίσης θα μπορούσε να τεθεί ένα κατώφλι απαιτήσεων στις μικρές επιχειρήσεις έτσι ώστε οι απαιτήσεις από την εφαρμογή της ιεράρχησης να μην καθίστανται τόσο επαχθείς. Θα μπορούσε επιπλέον να λεχθεί, ότι η υφιστάμενη νομοθεσία και ο εθνικός – περιφερειακός σχεδιασμός επαρκούν στην εφαρμογή της ιεράρχησης διαχείρισης των αποβλήτων, εν αντιθέσει με την ίδια την ιεράρχηση των αποβλήτων που φαίνεται εξαιρετικά άκαμπτη.
Η αδειοδοτική διαδικασία θα μπορούσε να παραμείνει σαν γενική περιβαλλοντική εκτίμηση, που σημαίνει ότι εφόσον το ΠΕΣΔΑ διεκπεραιώνεται ορθά, τότε η αδειοδοτική διαδικασία δεν θα χρειάζεται την ιεράρχηση διαχείρισης των αποβλήτων, δεδομένου ότι αυτή έχει ελεγχθεί κατά την κατάρτιση και έγκριση του οικείου ΠΕΣΔΑ. Θα πρέπει με αυτό το νομοσχέδιο ή με μελλοντικά νομοθετήματα, να τεθεί σοβαρά σε εφαρμογή η ύπαρξη κινήτρων και αντικινήτρων. Ενδεικτικά, θα μπορούσε να τεθεί τεχνητή φορολόγηση στους ΧΥΤΥ καθώς και άλλα οικονομικά εργαλεία που να αντανακλούν την ιεράρχηση διαχείρισης των αποβλήτων, ίσως μέσω μεταβλητής φορολόγησης για ορισμένα υλικά καθώς επίσης μέσω μίας συνεχούς κλιμάκωσης που να οδηγεί σε εκτροπή αποβλήτων από τους ΧΥΤΥ και σε προώθηση εφαρμογής της ιεράρχησης διαχείρισης των αποβλήτων. Θα μπορούσε επίσης να ληφθεί υπόψη στην ευθύνη του παραγωγού να επεκταθεί στην σχεδιασμό των προϊόντων και να λαμβάνονται αποφάσεις που απαιτούν την χρήση υψηλότερων προτεραιοτήτων ιεράρχησης όπου καθίσταται δυνατόν. Οι περιφερειακές στρατηγικές θα πρέπει να υιοθετούν τέτοιες πολιτικές που να υποστηρίζουν την ιεράρχηση διαχίρισης των αποβλήτωνκαι μία πολιτική της ΤΑ που θα ενθαρρύνει καινοτομικές πολιτικές , πρακτικές και τεχνολογίες που θα παραδίδον βιώσιμη ΔΣΑ η οποία θα επικεντρώνεται στην ιεράρχηση διαχείρισης των αποβλήτων. 3. Άρθρο 8 : Σύμφωνα με το άρθρο 8, η διευρυμένη ευθύνη του παραγωγού (ΔΕΠ) είναι μία περιβαλλοντική προσέγγιση κατά την οποία η ευθύνη του παραγωγού για το προϊόν εκτείνεται πέραν της καταναλωτικής διαδρομής της ζωής του προϊόντος.
Μέσα από την διευρυμένη ευθύνη του παραγωγού καταβάλλεται προσπάθεια πρόληψης δημιουργίας αποβλήτων πριν παραχθούν από το να διερευνούν με ποιο τρόπο να τα διαχειριστούν αφού ήδη έχουν παραχθεί. Παρακάτω παραθέτονται ενδεικτικά και όχι κατ’ ανάγκη , τα ρεύματα αποβλήτων που θα μπορούσαν μελλοντικά να αποτελέσουν διευρυμένη ευθύνη του παραγωγού. • Ογκώδη αντικείμενα (έπιπλα , χαλιά ) • Μικρών Ποσοτήτων Επικίνδυνα Απόβλητα (π.χ. χρώματα, σπέυ κ.λπ.) • Ξύλο • Σωλήνες ύδρευσης/αποχέτευσης από PVC • Ιματισμός , textiles • Έντυπο Χαρτί – Εφημερίδες • Ξυραφάκια ξυρίσματος • Σωληνάρια οδοντόπαστας – Οδοντόβουρτσες • Άλλα Τυπικά , τα προτεινόμενα ρεύματα αποβλήτων είναι δύσκολο να ανακυκλωθούν ή να έχουν αυξηθεί δραματικά την τελευταία δεκαετία.
Για τα παραπάνω ρεύματα αποβλήτων θα μπορούσε να προταθεί να αναληφθούν εκτιμήσεις κύκλου ζωής για να εξακριβωθούν τα οικονομικά, περιβαλλοντικά και λοιπά κόστη και οφέλη. Επίσης, τα προϊόντα θα πρέπει να σχεδιάζονται και επανασχεδιάζονται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι ευκολότερο να ανακυκλωθούν και να αποτελέσουν σχήματα ευθύνης του παραγωγού.
΄ Το άρθρο συνεχίζεται στο http://www.opengov.gr/minenv/?c=8141).