Νο 3, Κοινωνική Πολιτική

Συνεχίζοντας σήμερα το τρίτο από τα οκτώ άρθρα μου, Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Μελετών, Κοινωνικής Πολιτικής, Ανάπτυξης με Χωρική Ταυτότητα, Δημιουργία του Ανοιχτού Σχολείου στην Γειτονιά, Σωματειακός Αθλητισμός και Τοπικός Πολιτισμός, σχετικά με την πολιτική που πρέπει να εφαρμοστεί στην νέα θητεία από τον δήμος μας, θα αναφερθώ κατ’ αρχήν στη πρόσφατη δημοσίευση της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας καθώς από τη μελέτη των δεικτών για τις συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού της Χώρας προκύπτει ότι η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών (δυσκολία ικανοποίησης βασικών αναγκών, δυσκολία για μία εβδομάδα διακοπών ετησίως, για γεύμα με κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι -ή ισοδύναμο για χορτοφάγους- κάθε δεύτερη ημέρα, για επαρκή θέρμανση της κατοικίας, για αγορές διαρκών αγαθών όπως πλυντήριο ρούχων, έγχρωμη ΤV, τηλέφωνο, κινητό τηλέφωνο ή αυτοκίνητο, για αποπληρωμή δανείων ή αγορών με δόσεις, για πληρωμή πάγιων λογαριασμών κ.λπ., δεν αφορά, κατά δήλωση των ερευνωμένων, μόνο το φτωχό πληθυσμό, αλλά και μέρος του μη φτωχού πληθυσμού.
Και επειδή η Τοπική Αυτοδιοίκηση ξεκινάει και τελειώνει ως αξία από την δυνατότητα διαμόρφωσης τοπικής διακυβέρνησης με βάση τα ιδιαίτερα τοπικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα και τις ανάγκες κάθε δήμου, τονίζουμε λοιπόν ότι τα συσσίτια, τα κοινωνικά παντοπωλεία τα φροντιστήρια ή οτιδήποτε άλλο αναπτύχθηκε ορθώς από τους δήμους, δεν εξαντλούν την αναγκαιότητα της κοινωνικής πολιτικής. Η κοινωνική πολιτική αφορά όλους τους μη δημότες και πρέπει να εφαρμόζεται για τους πάντες, χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς ρατσιστικά σύνδρομα και χωρίς περιχαρακώσεις. Ξεκινάει από την κορυφή μιας ανάποδης πυραμίδας ιδιαίτερα ευπαθών ομάδων και προχωράει προς τα πάνω απευθυνόμενη στην πλατιά μάζα μέχρι να εξαντλήσει τις δυνατότητές της.
Η κοινωνική πολιτική δεν μπορεί και δεν πρέπει, ούτε για κοινωνικούς, ούτε για οικονομικούς λόγους να αφορά αποκλειστικά σε μερικές μικρές μειοψηφίες. Η κοινωνική πολιτική πρέπει να αφορά στη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας και να τροφοδοτείται από αυτήν.
Πρώτος κανόνας της δημοτικής κοινωνικής πολιτικής είναι η διαφάνεια, η αξιοπιστία και στοχοθεσία μετρήσιμων αποτελεσμάτων. Η κοινωνική πολιτική πρέπει να γίνεται κατανοητή και αποδεκτή από τον πολίτη, χωρίς να αφήνει σκοτεινά σημεία. Ο πολίτης πρέπει να γνωρίζει με άμεσο τρόπο γιατί συνεισφέρει και που ακριβώς διατίθεται η συνεισφορά του, με τακτικές συνεχείς και περιοδικές αναφορές.
Ο πρώτος αυτός κανόνας συνδέεται άμεσα και με την πρωταρχική ανάγκη της κοινωνικής έρευνας. Ο δήμος μέσα από την έρευνα πρέπει να εντοπίζει τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες και να αποδίδει σύμφωνα με τις δυνάμεις του, μετρώντας κοινωνικά όχι μόνο την οξύτητα, αλλά και το εύρος της κάθε ανάγκης.
Εδώ συνδεόμαστε και με την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση και με την δημιουργία κάρτας του δημότη για την ανάπτυξη της προληπτικής ιατρικής και την πιστοποίηση των οικονομικών αναγκών και της οικογενειακής κατάστασης σε κάθε υπηρεσία. Από την είσοδο σε εκδηλώσεις του δήμου, μέχρι την ελεγχόμενη στάθμευση και την προσφορά υπηρεσιών στα δημοτικά ιατρεία.
 
Δεύτερος κανόνας της κοινωνικής πολιτικής είναι ότι η βιώσιμη διαχείρισή της απαιτεί συνεργασίες με εξειδικευμένους φορείς έτσι ώστε να είναι αποτελεσματική στο μέγιστο δυνατόν και δαπανηρή στο ελάχιστο. Δεν χρειάζεται ένας δήμος να ανακαλύπτει την Αμερική σπαταλώντας δυνάμεις και κάνοντας πειραματισμούς. Οι σύγχρονοι ευρωπαϊκοί δήμοι συνεργάζονται με εξειδικευμένες εθελοντικές οργανώσεις, εκπαιδευτικά και ερευνητικά ιδρύματα και οργανισμούς και αξιοποιούν την τεχνογνωσία τους και γι’ αυτό χρηματοδοτούνται κιόλας για τις δράσεις τους, διότι συμβάλουν ταυτόχρονα ως ερευνητικά πεδία στην παγκόσμια εμπειρία. Οι δήμοι σήμερα αναπτύσσουν δίκτυα, ανταλλάσσουν εμπειρίες και αντιγράφουν καλές πρακτικές. Ο επιμερισμός στο κόστος ενός ακριβού λογισμικού, αποτελεί ένα σημαντικότατο πλεονέκτημα των δικτύων.
Ο δεύτερος αυτός κανόνας συνδέεται και με την πιστοποίηση. Οι διαδικασίες, οι δράσεις, οι συμπεριφορές και το προϊόν της κοινωνικής πολιτικής πρέπει να καταγράφονται, να αρχειοθετούνται και να είναι πιστοποιημένα και εγκεκριμένα από αρμόδιους οργανισμούς για να μην έχουμε αντίστροφα και ολέθρια αποτελέσματα.
 
Τρίτος κανόνας είναι ότι η Κοινωνική Πολιτική πρέπει να βασίζεται στην αναδιανομή των εισοδημάτων δηλαδή, αντλούμε πολλά από αυτούς που έχουν και προσφέρουμε πολλά σ’ αυτούς που δεν έχουν. Η Κοινωνική Πολιτική πρέπει να ασκείται σε όλους τους τομείς δημοτικής δράσης και όχι μεμονωμένα και αποσπασματικά σε μερικούς από αυτούς. Παντού να υπάρχει τιμολογιακή κλίμακα με κοινωνικά και κυρίως οικονομικά κριτήρια. Ούτε είναι δυνατόν να βάλεις τον φτωχό άνεργο να πληρώσει έστω και ένα μικρό αντίτιμο, ούτε μπορείς να παρέχεις δωρεάν υπηρεσίες στον πλούσιο. Και τα δύο είναι το ίδιο απαράδεκτα.
 
Και τέταρτος και τελευταίος κανόνας αλλά και στόχος, είναι η κοινωνική πολιτική, να είναι τέτοια, ώστε να επιτυγχάνει στο μέγιστο βαθμό την απεξάρτηση και την επανένταξη των ασθενών ομάδων του πληθυσμού. Η φιλανθρωπία δεν είναι κοινωνική πολιτική. Η φιλανθρωπία είναι μια στιγμιαία ανθρώπινη αντίδραση αλληλεγγύης, που δείχνει το μεγαλείο του ανθρώπινου πνεύματος, δεν αποτελεί όμως λύση για την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης ενός ανθρώπου.
Η κοινωνική πολιτική έχει στόχο την ενίσχυση των ασθενών ομάδων με σκοπό την επανενεργοποίηση, την επανένταξη στον ενεργό και αυτόνομο βίο και την αξιοπρεπή διαβίωση με ίδιες δυνάμεις.
 
Βασική αρχή, λοιπόν, είναι ότι η Κοινωνική Πολιτική στον δήμο μας δεν αφορά μόνο τους αναξιοπαθούντες, αλλά όλο τον πληθυσμό και θα πρέπει να έχει προβλέψεις για όλους. Για τα ΑΜΕΑ και τους ανέργους σίγουρα, όμως και για όλους τους ηλικιωμένους, τους εργαζόμενους γονείς, τους μαθητές και τους φοιτητές, τους πολύτεκνους με οικονομικά κριτήρια, τους ανασφάλιστους επαγγελματίες κ.λπ.
 
Η δημιουργία επίκαιρης και έγκυρης βάσης δεδομένων, η εκπτωτική κάρτα του δημότη με κοινωνικοοικονομικά κριτήρια, τα προγράμματα ενεργού γήρανσης και διαγενεακής αλληλεγγύης, η δημιουργία τράπεζας χρόνου για ανταποδοτική προσφορά υπηρεσιών, τα ανταλλακτήρια ρούχων, υπηρεσιών και προϊόντων, οι υποδομές εύρεσης εργασίας, προώθησης και κατάρτισης, η συμβουλευτική και προληπτική ιατρική, η τηλεϊατρική, είναι μερικές από τις δράσεις κοινωνικής πολιτικής που αναπτύσσονται σε άλλους δήμους και αποτελούν ένα δίχτυ κοινωνικής προστασίας προς το σύνολο του τοπικού πληθυσμού.
 
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η κοινωνική συνοχή αποτελεί βασική μέριμνα του δήμου και σύμφωνα με το νόμο. Δεν αρκεί για έναν δήμο να αναπτύσσει δράσεις αλληλεγγύης ή στιγμιαίες πρωτοβουλίες για 50 ή 100 άτομα, ούτε η κοινωνική συνοχή αφορά μόνο στα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα. Η ψυχολογική ανασφάλεια, η εισοδηματική ανεπάρκεια, το αίσθημα της αδυναμίας και της κατωτερότητας, η ασφαλιστική αδυναμία και η επισφάλεια της αξιοπρεπούς διαβίωσης, δεν παρουσιάζεται μόνο στα πιστοποιημένα χαμηλά οικονομικά στρώματα, αλλά και στα μεσαία και μάλιστα με τεράστια αναστολή στο να δηλωθούν. Η κοινωνική πολιτική πρέπει να αφορά στο σύνολο του πληθυσμού με κλιμάκωση της συνεισφοράς.
 
Πρέπει επίσης να συνειδητοποιήσουμε ότι η κοινωνική συνοχή και η κοινωνική πολιτική που την επιτυγχάνει, δεν αφορά μόνο σε αυτούς που έχουν οικονομικές αδυναμίες ή οικογενειακές επιβαρύνσεις, αλλά και στους υπόλοιπους πολίτες καθώς και αυτοί ζούνε σε ένα κοινωνικό περιβάλλον. Και αυτοί είναι δέκτες παραβατικών συμπεριφορών, ατομικίστικων αντιλήψεων, υγειονομικών συνθηκών, επιθετικών πρακτικών και άλλων ενεργειών που πηγάζουν από την έλλειψη κοινωνικής πολιτικής για τους συμπολίτες τους και τους γείτονές τους.
Μια ορθή και αποτελεσματική δημοτική κοινωνική πολιτική πρέπει, λοιπόν, να προσελκύει το ενδιαφέρον όλων μας, για να συμβιώνουμε αρμονικά.