Και ενώ ψηφίζεται στη βουλή το νομοσχέδιο «Ρυθμίσεις του Υπουργείου Εσωτερικών, διατάξεις για την ψηφιακή διακυβέρνηση και άλλα επείγοντα ζητήματα” τους προβληματισμούς της διατύπωσε η Επιστημονική Υπηρεσία της βουλής ως προς συνταγματικότητα των διατάξεων για την κυβερνησιμότητα.
Συγκεκριμένα η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής στη έκθεσή της
επί του άρθρου 1 που αφορά τις συμπράξεις παρατηρεί ότι «Από τη διατύπωση του πρώτου εδαφίου της προτεινόμενης ως νέας παραγράφου 7, προκύπτει ότι, με τη διάταξη αυτή, εισάγεται περιορισμός στη δυνατότητα σύμπραξης μεταξύ παρατάξεων, η οποία επιτρέπεται μόνο εφόσον μία από τις συμπράττουσες παρατάξεις είναι εκείνη, με την οποία έχει εκλεγεί ο δήμαρχος.
Ωστόσο, κατά τον χρόνο εφαρμογής των εν προκειμένω υπό αντικατάσταση διατάξεων, προβλεπόταν, κατά τα ανωτέρω, άνευ περιορισμού η δυνατότητα μετεκλογικής σύμπραξης μεταξύ παρατάξεων, στην οποία οι εκλογείς κατά τεκμήριο προσέβλεψαν.
Τούτων δοθέντων, ο προτεινόμενος περιορισμός στη σύμπραξη μεταξύ παρατάξεων τίθεται μεν προ της αναλήψεως καθηκόντων των νέων δημοτικών αρχών, πλην σε χρόνο μεταγενέστερο αυτού κατά τον οποίο εκδηλώθηκε η λαϊκή βούληση υπό το προαναφερθέν νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο και τροποποιεί, και κατά τούτο δημιουργεί προβληματισμό εάν συνάδει προς την αρχή της ευρύτερης δυνατής λαϊκής εκπροσώπησης».
Επίσης ανάλογο προβληματισμό εξέφρασε και για την σύνθεση των Επιτροπών όπου επισημαίνει ότι «το αντιπροσωπευτικό σύστημα εισάγεται στο πεδίο της εκλογής των αρχών των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως διά του άρθρου 102 παρ. 2 εδάφ. β ́ του Συντάγματος, συμφώνως προς το ο- ποίο, η εκλογή των αρχών των ΟΤΑ γίνεται διά καθολικής και μυστικής ψηφοφορίας. Η εξασφάλιση, συνεπώς, της δημοκρατικής νομιμοποίησης των ΟΤΑ αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο της συνταγματικής ρύθμισης για τις δημο- τικές και περιφερειακές εκλογές, διότι ανάγεται σε αναγκαία προϋπόθεση για τη συγκρότηση και τη λειτουργία των αντίστοιχων αρχών [βλ. Ν. Χλέπα, Ερμηνεία επί του άρθρου 102 σε Σύνταγμα, Κατ’ άρθρο ερμηνεία, εκδ. Σάκ- κουλα, 2017, σελ. 1634-1654 (1646-1647)].
Οι τιθέμενοι περιορισμοί στο δικαίωμα συμμετοχής του πολίτη στην πολιτική ζωή της Χώρας, δυνάμει των διατάξεων που ρυθμίζουν τον τρόπο αναδείξεως των αρχών των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, πρέπει να επιδιώκουν σκοπό συνταγματικά θεμιτό και να μην είναι δυσανάλογοι, σε σχέση με το ε- πιδιωκόμενο αποτέλεσμα (βλ. ΣτΕ 2140/2013 Ολομέλεια, 3684/2009 Ολομέ- λεια)» (ΣτΕ 1788/2014). Επομένως, στον τρόπο συγκρότησης των οργάνων διοίκησης των δήμων και των περιφερειών θα πρέπει να αποτυπώνεται η βούληση του εκλογικού σώματος, αλλά και οι αρχές της ισότητας του εκλογικού δικαιώματος (άρθρα 4 παρ. 1 και 51 παρ. 3 του Συντάγματος) και της αρχής της ευρύτερης δυνατής λαϊκής εκπροσώπησης, ιδίως, όπως εξειδικεύθηκαν από τον κοινό νομοθέτη διά του εκλογικού συστήματος, με το οποίο έγινε η κατανομή του συνόλου των εδρών των δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων.
Υπό το φως των ανωτέρω, δημιουργείται προβληματισμός ως προς το αν ο προτεινόμενος τρόπος συγκρότησης και εκλογής της οικονομικής επιτροπής των Δήμων και των Περιφερειών, καθώς και της επιτροπής ποιότητας ζωής των Δήμων, διασφαλίζει επαρκή δημοκρατική νομιμοποίηση στα εν λόγω συλλογικά όργανα και, άρα, εναρμονίζεται προς τις αρχές των άρθρων 4 παρ. 1, 5 παρ. 1, 51 παρ. 3 και 102 παρ. 2 του Συντάγματος – δεδομένου ότι δυνάμει των άρθρων 28 και 56 του ν. 4555/2018 εισήχθη το σύστημα της απλής αναλογικής για την κατανομή του συνόλου των εδρών των δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων που προέκυψαν, εν προκειμένω, από τις εκλογές της 26ης Μαΐου 2019, πολλώ δε μάλλον που τα εν λόγω συλλογικά όργανα συγκροτούνται από δημοτικούς και περιφερειακούς συμβούλους των συνδυασμών, και με το άρθρο 3 του νομοσχεδίου μεταφέρονται σε αυ- τά αρμοδιότητες από τα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια.
Αλλά και επί του άρθρου 6 παρ. 1 επισημαίνεται ότι «Με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται ότι «όπου στις διατάξεις νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και λοιπών κανονιστικών πράξεων, προβλέπεται ο ορισμός μελών στη διοίκηση των νομικών προσώπων των δήμων και των περιφερειών, καθώς και των συνδέσμων τους, κατά συγκεκριμένη αναλογία, τα τρία πέμπτα (3/5) των μελών, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου, με τους αναπληρωτές τους, υποδεικνύονται από τον δήμαρχο ή τον περιφερειάρχη, αντίστοιχα, και τα δύο πέμπτα (2/5) από τις λοιπές παρατάξεις
Εν προκειμένω, ισχύουν αναλόγως οι επισημάνσεις της Παρατήρησης επί του άρθρου 2 (σε συνδυασμό με το άρθρο 3) του υπό ψήφιση νομοσχεδίου.