Βόμβα ΣτΕ: Αντισυνταγματική η σύνθεση και οι αρμοδιότητες των Επιτροπών

Η μεταφορά αρμοδιοτήτων από τα δημοτικά συμβούλια στις Οικονομικές Επιτροπές και στις Επιτροπές Ποιότητας Ζωής και η συγκρότηση των επιτροπών αυτών με (πλασματικές) πλειοψηφίες 3/5 υπέρ των παρατάξεων των δημάρχων κρίθηκαν αντισυνταγματικές από το Γ΄ Τμήμα του ΣτΕ

Τώρα η υπόθεση παραπέμπεται στην Ολομέλεια του ανώτατου δικαστηρίου και αν οι διατάξεις κριθούν εν τέλει αντισυνταγματικές και από την Ολομέλεια, τότε θα επηρεαστούν ανάλογα βάσει νομολογίας οι αντίστοιχες διατάξεις και για τις περιφέρειες

Το Γ’ Τμήμα του ΣτΕ έκρινε κατά πλειοψηφία ότι οι επίμαχες διατάξεις (των νόμων 4623/2019 και 4625/2019) «παραβιάζουν τα δικαιώματα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι, καθώς και τις αρχές της ελεύθερης και ανόθευτης εκδήλωσης της λαϊκής θέλησης, ως έκφρασης της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας και της ισότητας των όρων του εκλογικού ανταγωνισμού»,

Η απόφασή αφορά τους πρώτους νόμους που πέρασε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας το καλοκαίρι του 2019, αλλά και άλλες που συμπληρώθηκαν στην συνέχεια όπως με τον νόμο 4873/21 περί εθελοντισμού, με τις οποίες μια σειρά αποφασιστικών αρμοδιοτήτων των δημοτικών συμβουλίων μεταφέρθηκε κυρίως στις Οικονομικές Επιτροπές (και κατά δεύτερον στις Επιτροπές Ποιότητας Ζωής). Περαιτέρω, με τις κυβερνητικές διατάξεις οι δημοτικές αρχές απέκτησαν ισχυρή πλειοψηφία (60%) στις επιτροπές, ακόμα και αν αποτελούσαν μειοψηφία στα δημοτικά συμβούλια βάσει των αποτελεσμάτων των εκλογών του Μαΐου του 2019 με την απλή αναλογική των δύο γύρων (αυτό συνέβη σε 231 από τους 332 δήμους της χώρας).
Είχαμε και το ακραίο παράδειγμα με 16% των εδρών του Δημοτικού Συμβουλίου ο Δήμαρχος να διαθέτει πλειοψηφία 60% στην Οικονομική Επιτροπή.

Οι εν λόγω διατάξεις ψηφίστηκαν πριν αναλάβουν καθήκοντα οι νεοεκλεγείσες δημοτικές αρχές και εφαρμόστηκαν από την αρχή της τρέχουσας αυτοδιοικητικής θητείας, την 1η Σεπτεμβρίου 2019. Προωθήθηκαν υπό την επίκληση της ανάγκης «κυβερνησιμότητας» των δήμων έναντι του «χάους» που κατά την κυβερνητική άποψη προκαλούσε ο «Κλεισθένης». «Βρισκόμαστε ήδη στα όρια της νομιμότητας» είχε απαντήσει τότε ο Υπ. Εσωτερικών κ. Θεοδωρικάκος στους δημάρχους που απαιτούσαν κι άλλες αρμοδιότητες. Ετσι έχοντας ισχυρή πλειοψηφία, οι δημοτικές αρχές απέκτησαν δυνατότητα να περνούν κάθε εισήγησή τους, ενώ η αντιπολίτευση περιορίστηκε σε ρόλο παρατηρητή. Κριτική στις παραπάνω διατάξεις έχει ασκηθεί ακόμα και από δημάρχους προσκείμενους στη Ν.Δ., αλλά και ο Συνταγματολόγος κ. Σωτηρέλης είχε γράψει αρκετά σχετικά άρθρα.

Εξετάζοντας σχετική προσφυγή, το Γ’ Τμήμα του ΣτΕ δέχθηκε ότι οι επίμαχες διατάξεις ουσιαστικά άλλαξαν τους όρους του «εκλογικού παιχνιδιού» κατά παράβαση του Συντάγματος. Η πλειοψηφία του Τμήματος έκρινε αντισυνταγματικές τις διατάξεις τόσο για τη μεταφορά αρμοδιοτήτων όσο και για τον τρόπο συγκρότησης των επιτροπών, καθώς επίσης και για τον τρόπο συγκρότησης των διοικητικών συμβουλίων νομικών προσώπων των δήμων (Δημοτικές Επιχειρήσεις Υδρευσης-Αρδευσης κ.λπ.). Υπήρξαν όμως άλλες δύο μειοψηφικές απόψεις:

Η μία, «εν μέρει συγκλίνουσα προς την πλειοψηφία και εν μέρει αποκλίνουσα από αυτή» -όπως περιγράφεται στην περίληψη της απόφασης- κρίνει επίσης αντισυνταγματικές τις διατάξεις για τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων των δημοτικών συμβουλίων προς τις επιτροπές, καθώς και αυτές για τον τρόπο συγκρότησης των επιτροπών. Ωστόσο, έκρινε ότι δεν αντίκεινται στο Σύνταγμα οι ρυθμίσεις για την ανάδειξη μελών διοικητικών συμβουλίων δημοτικών νομικών προσώπων, «καθόσον οι εν λόγω οργανωτικές μεταβολές δεν συνδυάζονται και με μεταφορά αρμοδιοτήτων από άμεσα όργανα διοίκησης του δήμου».

Η δεύτερη, εκτός από τα διοικητικά συμβούλια νομικών προσώπων, έκρινε ότι δεν αντίκειται στο Σύνταγμα ούτε ο τρόπος στελέχωσης των επιτροπών, με το σκεπτικό ότι ο «Κλεισθένης» δεν προέβλεπε για τα μέλη των επιτροπών άμεση εκλογή από το εκλογικό σώμα, αλλά έμμεση εκλογή από το δημοτικό συμβούλιο. Ωστόσο, όπως και οι προαναφερθείσες απόψεις, και η συγκεκριμένη κρίνει αντισυνταγματική τη μεταφορά αρμοδιοτήτων από τα δημοτικά συμβούλια προς τις επιτροπές. Να σημειωθεί ότι στην περίληψη της απόφασης και συγκεκριμένα στην περιγραφή της μειοψηφικής άποψης εγείρεται θέμα νομιμότητας των αποφάσεων των επιτροπών (εφόσον δεχθούν μελλοντικά κάποια προσφυγή).

Τεκμήριο νομιμότητας

Τι μέλλει γενέσθαι ως προς αυτήν την πτυχή, υπό την προϋπόθεση ότι η απόφαση του Τμήματος γίνει δεκτή από την Ολομέλεια; Πηγές του ΣτΕ εξηγούν στην «Εφ.Συν.» που δημοσίευσε την είδηση, ότι οι αποφάσεις αυτές διατηρούν το τεκμήριο νομιμότητας. Κατά την πάγια νομολογία για ένα σύνολο διοικητικών (όχι μόνο δημοτικών) οργάνων, ο μη νόμιμος χαρακτήρας ορισμού μελών και συγκρότησης ενός οργάνου (εν προκειμένω των επιτροπών) δεν αποτελεί κατά κανόνα λόγο ακυρότητας των πράξεών τους. Επομένως, κατ’ αρχάς δεν έχουν κάποιο πρόβλημα, εκτός αν γίνει κάποια εμπρόθεσμη προσφυγή οπότε θα ληφθούν από τα αρμόδια δικαστήρια οι σχετικές αποφάσεις, τις οποίες αφενός κανείς δεν μπορεί να προκαταλάβει και αφετέρου η πτώση των πράξεων δεν ευνοείται από τη νομολογία δεκαετιών.

Η απόφαση του Γ’ Τμήματος του ΣτΕ αφορά αποκλειστικά τους δήμους και τις δημοτικές επιτροπές, καθώς στη συγκεκριμένη βαθμίδα Αυτοδιοίκησης αναφερόταν η προσφυγή. Πηγές του ΣτΕ εξηγούν ότι αν οι διατάξεις κριθούν εν τέλει αντισυνταγματικές και από την Ολομέλεια, τότε θα επηρεαστούν ανάλογα βάσει νομολογίας οι αντίστοιχες διατάξεις των νόμων και για τις περιφέρειες.

Είναι η τρίτη -αλλά προφανώς πολύ σημαντικότερη- απόφαση του Γ’ Τμήματος για αντισυνταγματικότητα διατάξεων των σχετικών νόμων: η πρώτη αφορούσε τις αλλαγές στον τρόπο ορισμού αντιδημάρχων σε νησιωτικές δημοτικές ενότητες της χώρας και η δεύτερη τις μεταβολές στον τρόπο ανάδειξης προέδρων κοινοτήτων άνω των 300 κατοίκων. Αμφότερες έχουν παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του ΣτΕ.

ΠΗΓΗ: efsyn άρθρο του Δημοσιογράφου Στέργιου Ζιαμπάκα