Οι παρατηρήσεις της ΚΕΔΕ για την κατανομή αρμοδιοτήτων

Τις παρατηρήσεις και τις αντιρρήσεις της ΚΕΔΕ παρουσίασε στο τελευταίο Δ.Σ. ο Πρόεδρος της Επιτροπής θεσμών και Δήμαρχος Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης κ. Γρ. Κωνσταντέλλος για το Σχέδιο Νόμου «Πολυεπίπεδη διακυβέρνηση και διαχείριση κινδύνων στον δημόσιο τομέα»

Ο κ. Κωνσταντέλλος εξέφρασε την απογοήτευσή του καθώς όπως είπε μετά από μια πολύχρονη αναμονή για την μεταφορά αρμοδιοτήτων και την ψηφιακή εφαρμογή, παρουσιάστηκε τελικά ένα κείμενο πολύ κατώτερο των περιστάσεων.
Πρόκειται τελικά όπως είπε για ένα πόνημα που επιχειρεί να μεταφέρει δομές εταιρικής σχέσης στις κρατικές δομές με σκοπό την οικονομία κλίμακος αν και σε κάποιες περιπτώσεις φέρνει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα
«Αν αφήσουμε το σχέδιο όπως είναι θα μπει σε ένα συρτάρι και θα παράξει κάποια αποτελέσματα στο μέλλον» είπε χαρακτηριστικά αναφέροντας ότι δεν θα υπάρξει λειτουργική και εφαρμόσιμη διάσταση αν δεν περάσουν οι τροποποιήσεις και παρατηρήσεις της ΚΕΔΕ.

Οι παρατηρήσεις τη ΚΕΔΕ χωρίζονται δύο ομάδες. Η πρώτη αφορά στα άρθρα 1-7 και στην κατηγοριοποίηση των δημόσιων πολιτικών και η δεύτερη στα άρθρα 8-15 και στην ανακατανομή και μεταφορά αρμοδιοτήτων.
Ο κ. Κωνσταντέλλος επισήμανε επίσης ότι δεν υπάρχει η εισαγωγή Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνίας όπως θα έπρεπε, ενώ υιοθετούνται όροι και ορολογίες που δεν είναι συμβατοί με τον τελικό στόχο μιλώντας για κυβερνησιμότητα αντί διακυβέρνηση που οδηγεί σε συνγκέντρωση αντί για αποσυγκέντρωση.

Τόνισε επίσης ότι υπάρχει μείζον ζήτημα με το άρθρο 5 με το οποίο ορίζεται ως γενικός συντονιστής Γενικός Γραμματέας Ανθρώπινου Δυναμικού του Δημοσίου Τομέα ως κεντρικό σημείο αναφοράς που δεν έχει καμία σχέση με την δομή και την λειτουργία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Επεσήμανε ότι η ΚΕΔΕ έχει προτείνει την τεχνική βοήθεια από τους δήμους μέσω ΕΕΤΑΑ κλπ όπως και να απαιτείται η σύμφωνη γνώμη της ΚΕΔΕ για την τελικά διαμόρφωση.

Τόνισε ότι η ΚΕΔΕ διεκδικεί τις κρατικές αρμοδιότητες που ασκούνται σε τοπικό επίπεδο με παράληλη μεταβίβαση πόρων και χωρίς να χρειάζεται χωρική μεταφορά προσωπικού ενώ απαιτεί να μπει και χρονικό περιθώριο υλοποίησης.

Σύμφωνα με την εισήγηση οι παρατηρήσεις της ΚΕΔΕ είναι οι εξής:

ΜΕΡΟΣ Α ́
Το Μέρος Α ́ του Σχεδίου Νόμου (Σ.Ν.), που αφορά την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση, στηρίζεται σε δύο πόλους, που διαμορφώνονται από τις ακόλουθες δύο διαφορετικές μεταρρυθμιστικές επιλογές:
Η 1η μεταρρυθμιστική επιλογή διέπει κυρίως τα άρθρα 1 έως 7 του Σ.Ν., με τα οποία διαμορφώνει το νομοθετικό πλαίσιο που οδηγεί «στην κατηγοριοποίηση των δημόσιων πολιτικών με βάση το λειτουργικό κριτήριο» και, με την αξιοποίηση των ΤΠΕ, «στην πολυεπίπεδη διακυβέρνηση ως το ενιαίο λειτουργικά διοικητικό σύστημα» της χώρας.
Η 2η μεταρρυθμιστική επιλογή διέπει κυρίως τα άρθρα 8 έως 15, με τα οποία φιλοδοξεί να ρυθμίσει τη διαδικασία «ανακατανομής ή μεταφοράς αρμοδιοτήτων μεταξύ των διαφορετικών επιπέδων διακυβέρνησης».
Οι δύο αυτές μεταρρυθμιστικές επιλογές έχουν διαφορετική στόχευση και μπορεί να εφαρμοστούν η μία ανεξάρτητα από την άλλη, αλλά μπορεί –υπό προϋποθέσεις– να συνεργήσουν.

Προτείνουμε τα ακόλουθα:
• Στο Άρθρο 1 να αντικατασταθεί ο όρος “κυβερνησιμότητα” (governability), που σημαίνει ότι κάποια οντότητα «μπορεί να κυβερνηθεί», με τον όρο “διακυβέρνηση” (governance).
• Το Άρθρο 3 είναι πολύ σημαντικό διότι εισάγει για πρώτη φορά οριζόντια στο δικαιϊκό σύστημά μας την έννοια της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και την κατηγοριοποίηση των δημόσιων πολιτικών κατά το πρότυπο COFOG των Ηνωμένων Εθνών. Προτείνουμε να αντικατασταθεί ο όρος “πλέγμα” με τον όρο “σύστημα” που είναι πλέον δόκιμος από πολιτική και διοικητική άποψη και να συνοδεύει το Σ.Ν. κατά την κατάθεσή του στη Βουλή το Ετήσιο Σχέδιο Δράσης του 2023 (του εδαφίου ζ ́ του άρθρου 10 του Σ.Ν.) με δέσμευση εφαρμογής του Νόμου σε συγκεκριμένες λειτουργικές περιοχές π.χ. Διαχείριση των στερεών αποβλήτων, Διαχείριση των λυμάτων, Αδειοδότηση των Επιχειρήσεων
• Στο Άρθρο 5 προτείνουμε να συγκροτείται Τομεακό Σύστημα Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης κατά λειτουργική περιοχή ή έστω κατά δημόσια πολιτική.
Επίσης, προτείνουμε σε κάθε Τομεακό Σύστημα Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης:
 να λειτουργεί Επιτροπή Καθοδήγησης (Steering Committee), στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι των δημοσίων φορέων του Συστήματος, ώστε να διασφαλίζεται η εταιρική σχέση τους,
να εκπονείται ως εργαλείο διακυβέρνησης ένα ΟΠΣ/MIS και όλα τα ΟΠΣ/MIS των Τομεακών Συστημάτων να τροφοδοτούν το Πληροφοριακό Σύστημα Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης της παρ. 5 του άρθρου 16 του Σ.Ν.,
 τα Επιμέρους Σημεία Αναφοράς του άρθρου 11 του Σ.Ν. των φορέων του Τομεακού Συστήματος να συγκροτούν το τεχνικό δίκτυό του και το σύνολο των τεχνικών δικτύων αυτών να συγκροτούν το τεχνικό δίκτυο του Κεντρικού Σημείου Αναφοράς του άρθρου 10 του Σ.Ν.
 Στο πλαίσιο εφαρμογής των αρχών της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης σε σχέση πάντα με το οργανωτικό μοντέλο του Κράτους και των λειτουργικών του, ο ορισμός του Γενικού Γραμματέα Ανθρωπίνου Δυναμικού του Δημόσιου Τομέα του ΥΠΕΣ ως Κεντρικό Σημείο αναφοράς ουδόλως συνάδει με τις σχετικές ανατεθείσες αρμοδιότητες (αρθ. 10)

Για λόγους ευελιξίας και λειτουργικής αποτελεσματικότητας του Εθνικού Συστήματος Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης πρέπει να προβλεφτεί κατ’ αρχάς η εκχώρηση των δικαιώματος ορισμού του Κεντρικού Σημείου Αναφοράς σύμφωνα με το αρθ. 10 από τον Υπουργό Εσωτερικών, κυρίως γιατί οι αλλαγές που επέρχονται σε συχνά χρονικά διαστήματα στο οργανωτικό μοντέλο διακυβέρνησης του Υπουργείου και στην εσωτερική κατανομή αρμοδιοτήτων και ρόλων, εν δυνάμει θα δημιουργήσουν διοικητικές ασυνέχειες και πιθανή λειτουργική δυσαρμονία μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων υλοποίησης του Εθνικού Συστήματος Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης.
• Στο Άρθρο 6 προτείνουμε να προστεθούν οι αρχές που διέπουν τους θεσμούς της Αποκέντρωσης και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δηλαδή οι αρχές της εταιρικής σχέσης, της επικουρικότητας και της εγγύτητας στους πολίτες και να γίνει αναφορά στις διατάξεις του Ευρωπαϊκού Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας (Ν.1850/1989 – Α ́114 όπως ισχύει).
• Στο Άρθρο 7 προτείνουμε να προστεθεί η περαιτέρω εξειδίκευση των λειτουργικών τομέων σε λειτουργίες και διαδικασίες όπως έγινε ήδη για τις Περιφέρειες και τους Δήμους με το έργο ΥΠΕΣ–ΕΝΠΕ–ΚΕΔΕ–ΕΕΤΑΑ «Απλούστευση και Προτυποποίηση Διαδικασιών Περιφερειών και Δήμων».
Στο Άρθρο 8 δεν συμφωνούμε με την προτεινόμενη μεθοδολογία, η οποία απομονώνει τις αρμοδιότητες από τις δομές που ασκούνται, αναζητώντας σε δεύτερο χρόνο τους πόρους που χρησιμοποιούν οι δομές αυτές για την άσκησή τους και προτείνουμε:

Πρώτον, πριν οποιαδήποτε συζήτηση περί νέων αρμοδιοτήτων, να διασφαλιστεί η χρηματοδότηση των ΟΤΑ προκειμένου να ασκήσουν τις αρμοδιότητες που ήδη έχουν.

Δεύτερον, πριν οποιαδήποτε συζήτηση περί νέων αρμοδιοτήτων, να καταργηθεί η υποχρέωση έγκρισης από υπερκείμενο διοικητικό επίπεδο (Κεντρική ή Αποκεντρωμένη Διοίκηση) αποφάσεων που λαμβάνονται σε υποκείμενο επίπεδο (Περιφέρεια ή Δήμο). Άλλωστε οι περισσότερες από τις εγκρίσεις αυτές αποτελούν έλεγχο σκοπιμότητας.

Τρίτον, είναι αναγκαία η αποσαφήνιση των αρμοδιοτήτων και γενικότερα του ρόλου κάθε διοικητικού επιπέδου στο σχεδιασμό και την εφαρμογή των δημόσιων πολιτικών, όταν ασκούνται “συντρέχουσες” αρμοδιότητες (με την έννοια των Κωδίκων του 1980, του 1985 και του 1989) ή ασκούνται συμπληρωματικές λειτουργίες που απαιτούν “συστημική” συνεργασία (με την έννοια του άρθρου 3 του Σ.Ν.).
Η εν λόγω μεταρρυθμιστική τεχνική δεν απαιτεί μεταφορά πόρων, εκτός εάν μέσω της αποσαφήνισης των αρμοδιοτήτων προστίθενται σε ένα διοικητικό επίπεδο (Περιφέρεια ή Δήμο) λειτουργίες που απαιτούν πρόσθετους πόρους, δηλαδή οικονομικούς πόρους, προσωπικό, υλικά μέσα (εξοπλισμό, οχήματα κλπ) ή/και νέα τεχνογνωσία.

Τέταρτον, ο μόνος ρεαλιστικός τρόπος «μεταφοράς αρμοδιοτήτων και πόρων» στους ΟΤΑ (Περιφέρειες και Δήμους) είναι αυτό που πρότεινε η ΚΕΔΕ στο Ετήσιο Τακτικό Συνέδριό της του 2018: «Τη διοικητική μεταφορά στην Τοπική Αυτοδιοίκηση όλων των αποκεντρωμένων υπηρεσιών της Κεντρικής και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης που είναι χωροθετημένες σε περιφερειακό ή δημοτικό επίπεδο, στην αντίστοιχη Περιφέρεια ή το Δήμο, είτε οι αρμοδιότητές τους αφορούν “τοπική υπόθεση”, είτε αφορούν “αποστολή του κράτους” (οπότε θα ασκούνται από την Τοπική Αυτοδιοίκηση κατ’ εκχώρηση εξουσίας από την Κεντρική Διοίκηση).
Με τον τρόπο αυτό, η αποκέντρωση των αρμοδιοτήτων συνοδεύεται από τους αντίστοιχους πόρους, διότι διασφαλίζεται η συνολική υπαγωγή των μεταφερόμενων υπηρεσιών στην πολιτική διεύθυνση της πρωτοβάθμιας ή της δευτεροβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με το σύνολο των ανθρώπινων και οικονομικών πόρων και της υλικοτεχνικής υποδομής τους, χωρίς να χρειαστεί η χωρική μετακίνηση του προσωπικού και της υποδομής αυτών».
Άλλωστε δεν είναι λογικό να περιμένουμε οι Περιφέρειες και οι Δήμοι να ασκήσουν τις αρμοδιότητες που θα τους μεταφέρει ένα Υπουργείο με το ένα δέκατο τρίτο (1/13) των αντίστοιχων ανθρώπινων, των οικονομικών και των λοιπών υλικών πόρων στις Περιφέρειες ή με το ένα τριακοσιοστό τριακοστό δεύτερο (1/332) των αντίστοιχων πόρων στους Δήμους (!!!)
Υπενθυμίζουμε ότι η ΚΕΔΕ έχει προτείνει την αλλαγή της διοικητικής υπαγωγής των Κοινωνικών Ιδρυμάτων, των Νηπιαγωγείων, των Γραφείων του ΟΑΕΔ, των Δομών πρόληψης και των Δομών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, περιλαμβανομένων των Κέντρων Υγείας (ιδίως των αστικού τύπου), πλην του υγειονομικού προσωπικού τους.

Πέμπτον, είναι εφικτός ο προσδιορισμός νέων αρμοδιοτήτων σε ένα διοικητικό επίπεδο (Περιφέρεια ή Δήμο) που δεν ασκούνται μέχρι σήμερα από άλλο διοικητικό επίπεδο, αλλά στην περίπτωση αυτή, δεν μπορεί να υπάρχει η έννοια «μεταφορά πόρων» και χρειάζεται να βρεθούν πρόσθετοι οικονομικοί πόροι ή να δημιουργηθεί μια νέα πηγή εσόδων (από δημόσιους ή/και ιδιωτικούς πόρους π.χ. τέλη), αλλά και να εκπονηθεί και εφαρμοστεί ένα επιχειρησιακό σχέδιο που θα διασφαλίσει και τους λοιπούς όρους άσκησης των αρμοδιοτήτων αυτών, καθώς και τη βιωσιμότητα άσκησης των νέων αρμοδιοτήτων.

Για τους παραπάνω λόγους θεωρούμε αναγκαία την ακόλουθη ρύθμιση:
«Κάθε νομοθετική ρύθμιση κατανομής ή ανακατανομής ή μεταφοράς αρμοδιοτήτων ή η προσθήκη νέων αρμοδιοτήτων στις Περιφέρειες ή/και στους Δήμους προϋποθέτει τη σύμφωνη γνώμη της ΕΝΠΕ ή/και της ΚΕΔΕ αντίστοιχα. Εάν αλλάζει η διοικητική υπαγωγή υπαρχουσών δομών ήδη χωροθετημένων σε περιφερειακό ή δημοτικό επίπεδο στην αντίστοιχη Περιφέρεια ή Δήμο και εφόσον η ρύθμιση αυτή συνοδεύεται από τετραετές επιχειρησιακό σχέδιο που διασφαλίζει τη βιωσιμότητα των δομών αυτών, αρκεί η γνώμη της ΕΝΠΕ ή/και της ΚΕΔΕ αντίστοιχα. Ανάλογη εφαρμογή του προηγουμένου εδαφίου γίνεται και στην περίπτωση της ρύθμισης που αποσαφηνίζει αρμοδιότητες των Περιφερειών ή των Δήμων χωρίς να απαιτούνται πρόσθετοι πόροι και συνοδεύεται από τετραετές επιχειρησιακό σχέδιο που διασφαλίζει τη βιωσιμότητα της άσκησης των αρμοδιοτήτων αυτών. Το τετραετές επιχειρησιακό σχέδιο των προηγουμένων εδαφίων αποτελεί προσχέδιο του τετραετούς σχεδίου δράσης των παρ. 3 και 4 του άρθρου 17 του Σ.Ν.».

Εναλλακτικά προτείνεται η εξής ρύθμιση:
«Κάθε προτεινόμενη νομοθετική ρύθμιση κατανομής ή ανακατανομής ή μεταφοράς αρμοδιοτήτων ή προσθήκης νέων αρμοδιοτήτων στις Περιφέρειες ή/και στους Δήμους, πριν την εισήγηση του Υπουργού Εσωτερικών για τη συμπερίληψή της στο Ενοποιημένο Σχέδιο Κυβερνητικής Πολιτικής του άρθρου 15 του παρόντος ή τη συμπερίληψή της σε σχέδιο νόμου που κατατίθεται στη Βουλή, υποβάλλεται στην ΕΝΠΕ ή/και την ΚΕΔΕ αντίστοιχα για τη διατύπωση γνώμης. Η προτεινόμενη ρύθμιση συνοδεύεται οπωσδήποτε από τετραετές επιχειρησιακό σχέδιο που διασφαλίζει τη βιωσιμότητα της άσκησης των αρμοδιοτήτων αυτών. Το τετραετές επιχειρησιακό σχέδιο του προηγουμένου εδαφίου αποτελεί προσχέδιο του τετραετούς σχεδίου δράσης των παρ. 3 και 4 του άρθρου 17 του παρόντος. Η γνώμη της ΕΝΠΕ και της ΚΕΔΕ διατυπώνεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι (20) εργάσιμων ημερών».
• Στο Άρθρο 9, λαμβανομένων υπόψη όσων προτείνουμε στο άρθρο 5 για τα Τομεακά Συστήματα και όσων επισημαίνουμε στο άρθρο 8 για τις αρμοδιότητες, συμφωνούμε με τις προτεινόμενες αρμοδιότητες του Συντονιστή του Εθνικού Συστήματος Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης.
Στο Άρθρο 10 προτείνουμε η άσκηση των αρμοδιοτήτων του Κεντρικού Σημείου Αναφοράς να υποστηρίζεται επιστημονικά και τεχνικά από φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα με σχετική εμπειρία και επιχειρησιακή ικανότητα και να διασφαλιστεί Τεχνική Βοήθεια της ΕΕΤΑΑ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για να υποστηρίζει τους εκπροσώπους της ΕΝΠΕ και της ΚΕΔΕ στα όργανα τους Εθνικού Συστήματος και των Τομεακών Συστημάτων και στη διαβούλευσή τους με το Κεντρικό Σημείο Αναφοράς (εδάφιο γ, άρθρο 10) και για να υποστηρίζει τα Επιμέρους Σημεία Αναφοράς των Περιφερειών και των Δήμων (άρθρο 11).
• Στο Άρθρο 11 προτείνουμε να προστεθεί στην παρ. 2 ότι «Το Επιμέρους Σημείο Αναφοράς της ΕΝΠΕ δημιουργεί τεχνικό δίκτυο με τα Επιμέρους Δίκτυα Αναφοράς των Περιφερειών και το Επιμέρους Σημείο Αναφοράς της ΚΕΔΕ δημιουργεί τεχνικό δίκτυο με τα Επιμέρους Δίκτυα Αναφοράς των Δήμων με την επιστημονική και τεχνική υποστήριξη της ΕΕΤΑΑ».
• Στο Άρθρο 12 προτείνουμε οι Γενικές Γραμματείες Συντονισμού της Προεδρίας της Κυβέρνησης και Νομικών και Κοινοβουλευτικών Θεμάτων της Προεδρίας της Κυβέρνησης να εκπροσωπούνται από τους Γενικούς Γραμματείς αυτών, οι οποίοι να δεσμευτούν για ενεργότερο ρόλο στην εφαρμογή της προτεινόμενης μεταρρύθμισης.
• Στο Άρθρο 13 επισημαίνουμε ότι προκειμένου το Εθνικό Συμβούλιο Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης να «προβαίνει σε αξιολόγηση των ρυθμίσεων ως προς τη συμμόρφωσή τους με τις γενικές αρχές του Εθνικού Συστήματος Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης και σε εκτίμηση της διαθεσιμότητας και της καταλληλότητας των αναγκαίων πόρων, ιδίως του ανθρωπίνου δυναμικού, της υλικοτεχνικής υποδομής και των οικονομικών πόρων, περιλαμβανομένου του προϋπολογισμού προγραμμάτων, για την αποτελεσματική εφαρμογή των ρυθμίσεων αυτών», είναι απαραίτητο τα υποβαλλόμενα σε αυτό ερωτήματα να συνοδεύονται από τετραετές επιχειρησιακό σχέδιο, το οποίο πρέπει να περιλαμβάνει τα εν λόγω στοιχεία. Διαφορετικά δεν θα μπορεί να προβαίνει στην εν λόγω αξιολόγηση και εκτίμηση.
• Στο Άρθρο 15 προτείνουμε να προστεθεί ότι «Ειδική οργανική ομάδα της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού της Προεδρίας της Κυβέρνησης παρακολουθεί την εφαρμογή του Ενοποιημένου Σχεδίου Κυβερνητικής Πολιτικής ως προς την εφαρμογή της εισήγησης του Υπουργού Εσωτερικών και ιδίως τα εισαγόμενα στην Προεδρία της Κυβέρνησης προς επεξεργασία νομοσχέδια και σχέδια προεδρικών διαταγμάτων προκειμένου να διευκολύνει το Επιχειρησιακό Κέντρο Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του (της παρ. 2 του άρθρου 16 του παρόντος).»
• Στο Άρθρο 17, θεωρούμε ότι Συντονιστικό όργανο υλοποίησης δημόσιας πολιτικής είναι η προτεινόμενη Επιτροπή Καθοδήγησης (Steering Committee), την οποία θεωρούμε αναγκαία σε κάθε Τομεακό Σύστημα Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης, για τους λόγους με τους οποίους το τεκμηριώνουμε στο άρθρο 5 του παρόντος. Η σύσταση των Επιτροπών Καθοδήγησης μπορεί πράγματι να γίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού κατά την παρ. 1 του άρθρου17. Η συμμετοχή του Υπουργού Εσωτερικών είναι αναγκαία στις υπουργικές αποφάσεις όλων των Επιτροπών Καθοδήγησης, διότι κάθε Τομεακό Σύστημα Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης αφορά τουλάχιστον ένα επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης και στην Επιτροπή Καθοδήγησης συμμετέχουν εκπρόσωποί της. Ως προς τη σύνθεση του συντονιστικού οργάνου της παρ. 2, θεωρούμε προτιμότερη τη συμμετοχή εκπροσώπων των δημοσίων φορέων του Τομεακού Συστήματος (όπως προτείνουμε στο άρθρο 5), οι οποίοι θα επικουρούνται από τα Επιμέρους Σημεία Αναφοράς.
• Στο Άρθρο 18 προτείνουμε να προηγείται της έκδοσης των Υπουργικών Αποφάσεων του άρθρου 18 η γνώμη της ΕΝΠΕ και της ΚΕΔΕ.

Γενικό συμπέρασμα
Το Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Εσωτερικών μπορεί να αποτελέσει ένα πρώτο βήμα μιας σημαντικής διοικητικής μεταρρύθμισης εάν συμπληρωθεί με τις προτεινόμενες διατάξεις και διασφαλιστεί η διαχρονική εφαρμογή του, η οποία προϋποθέτει την ευρύτερη δυνατή πολιτική συναίνεση, κοινωνική αναγνωρισιμό- τητα και στήριξη, μεσοπρόθεσμο Επιχειρησιακό Σχέδιο Εφαρμογής και «εξωτερικό σύστημα παρακολούθησης και αξιολόγησης με δυνατότητα ποινής και επιβράβευσης».

Β ́ΜΕΡΟΣ
Συμφωνούμε με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις (των Άρθρων 19 έως 28) που αφορούν τη Διαχείριση Κινδύνων με τροποποίηση του Ν.4795/2021, αλλά εκτιμούμε ότι χωρίς Πρόγραμμα Συλλογικής Υποστήριξης των Δήμων δεν μπορούν οι μεσαίοι και οι μικροί Δήμοι να το εφαρμόσουν.
Δεδομένου ότι επαληθεύτηκε η ανάλογη εκτίμησή μας για τη δημιουργία των Μονάδων Εσωτερικού Ελέγχου, επαναφέρουμε τη σχετική πρότασή μας η οποία εάν είχε υιοθετηθεί, θα είχαμε σήμερα θετικά αποτελέσματα. Είχαμε προτείνει την προσθήκη της ακόλουθης διάταξης:
«Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, μετά από πρόταση της ΕΕΤΑΑ και σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ), εκπονείται τριετές Πρόγραμμα Εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ), το οποίο περιέχει, ενδεικτικά, τα ακόλουθα έργα και δράσεις:
α) Ιεράρχηση των αναγκών και εναλλακτικούς τρόπους οργάνωσης του έλεγχου ανά κατηγορία ΟΤΑ, με ιδιαίτερη μέριμνα για τους μικρούς δήμους.
β) Πρόγραμμα ενημέρωσης–ευαισθητοποίησης των αιρετών (από ΥΠΕΣ, ΕΑΔ, ΚΕΔΕ, ΕΕΤΑΑ) και πρόγραμμα κατάρτισης των προϊσταμένων των βασικών οργανικών μονάδων των ΟΤΑ (από ΕΑΔ, ΕΕΤΑΑ)
γ) Εκπόνηση κοινών πρακτικών εργαλείων και ενιαίων προτύπων για τις διαδικασίες των ΟΤΑ, καθώς και οδηγούς προσαρμογής για κάθε κατηγορία ΟΤΑ και νομικού προσώπου ΟΤΑ.
δ) Πρόγραμμα στελέχωσης και πρόγραμμα κατάρτισης του προσωπικού των Μονάδων Εσωτερικού Ελέγχου.
ε) Δικτύωση όλων των προϊσταμένων των Μονάδων Εσωτερικού Ελέγχου μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας επικοινωνίας και ανταλλαγής απόψεων και καλών πρακτικών.
στ) Δομή υποστήριξης (help desk) των Μονάδων Εσωτερικού Ελέγχου των ΟΤΑ από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας με τη συνεργασία της ΚΕΔΕ και της ΕΕΤΑΑ.
Για κάθε έργο και δράση το Πρόγραμμα Εφαρμογής περιλαμβάνει το αναλυτικό περιεχόμενό του, τον δημόσιο φορέα εφαρμογής ή εποπτείας της εφαρμογής του, τον προϋπολογισμό, την πηγή χρηματοδότησης και το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής του.
Με την ίδια απόφαση προσδιορίζεται όργανο παρακολούθησης και αξιολόγησης της εφαρμογής του Προγράμματος Εφαρμογής, στο οποίο μετέχουν με εκπροσώπους τους το ΥΠΕΣ, η ΕΑΔ και η ΚΕΔΕ.