Οι έξι παραπάνω Ομοσπονδίες έστειλαν στα αρμόδια Υπουργεία και στα κόμματα την παρακάτω επιστολή με το τίτλο:
Όχι στην ιδιωτικοποίηση / εμπορευματοποίηση του νερού.
Όχι στην εκχώρηση σε Ανώνυμη Εταιρεία της διαχείρισης
των υδάτων της Θεσσαλίας.
Το νερό είναι κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα.
Η κυβέρνηση με δηλώσεις υπουργών και σχέδια νόμου που κυκλοφορούν, προωθεί την παράδοση της διαχείρισης των υδάτων της Θεσσαλίας σε ανώνυμη εταιρεία (Ο.Δ.Υ.Θ. Α.Ε.). Η μεθόδευση αυτή έρχεται σε συνέχεια της εγκληματικής διαχρονικής κυβερνητικής αδιαφορίας, για την προστασία της ζωής και της περιουσίας των κατοίκων της Θεσσαλίας, αδιαφορία που οδήγησε στις καταστροφικές πλημμύρες του περασμένου φθινοπώρου.
Σύμφωνα με τον κυβερνητικό σχεδιασμό στην ανώνυμη εταιρεία θα ενσωματωθούν οι 53 υπάρχοντες ΤΟΕΒ και ο ένας ΓΟΕΒ (Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων) και θα μεταφερθούν, μαζί με το προσωπικό τους, το Τμήμα Παρακολούθησης και Προστασίας των Υδατικών Πόρων της Δ/νσης Υδάτων Θεσσαλίας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Θεσσαλίας & Στερεάς Ελλάδας όπως και η Δ/νση Υδροοικονομίας και Εποπτείας ΤΟΕΒ της Περιφέρειας Θεσσαλίας. Είναι ξεκάθαρο ότι η μεθόδευση αυτή επιχειρείται, προκειμένου τα προσδοκώμενα κέρδη να είναι αρκετά «ελκυστικά» για τους επιχειρηματικούς ομίλους.
Φαίνεται πως η ορθολογική διαχείριση των υδάτων, όπως και ο σχεδιασμός και η υλοποίηση συναφών έργων, αντιπλημμυρικών κ.α. δεν αποτελούν προτεραιότητες για τις κυβερνήσεις που υπηρετούν επιχειρηματικά συμφέροντα και για αυτό έχουν στόχο την άλωση του δημοσίου και την ιδιωτικοποίηση δημοσίων αγαθών.
Η σημερινή κυβέρνηση, όπως ακριβώς και οι προηγούμενες, βαρύνεται για την τραγική υποστελέχωση των αρμόδιων υπηρεσιών και φορέων του δημοσίου όπως και για τον σκόπιμο κατακερματισμό αρμοδιοτήτων, προκειμένου να παραδώσει στα επιχειρηματικά συμφέροντα ένα, αδιαπραγμάτευτα, δημόσιο κοινωνικό αγαθό και να προωθήσει παραπέρα την “εργολαβοποίηση” των δημοσίων έργων.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι με το Π.Δ.77/2023 η Διεύθυνση Τεχνικών Έργων & Αγροτικών Υποδομών του ΥΠΑΑΤ μεταφέρθηκε στο ΥΠΟΜΕ αποκόπτοντας την αλυσίδα στον σχεδιασμό – μελέτη – κατασκευή των εγγειοβελτιωτικών έργων που μέχρι τότε άνηκαν ως αρμοδιότητα στον προγραμματισμό του ΥΠΑΑΤ. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι με το πρόγραμμα “Ύδωρ 2.0” έχει ήδη ξεκινήσει η κατασκευή εγγειοβελτιωτικών έργων μέσω ΣΔΙΤ, από την οποία επωφελούνται οι κατασκευαστικοί όμιλοι με τη χρήση των έργων για τουλάχιστον 20 χρόνια εξασφαλίζοντας τα κέρδη τους είτε άμεσα από τους αγρότες είτε έμμεσα από τα λαϊκά στρώματα μέσω της φορολογίας και της εκτόξευσης του κόστους παραγωγής.
Η μεταφορά της διαχείρισης του νερού σε Α.Ε. επιχειρείται σε συνέχεια της νομοθετικής ρύθμισης για μετατροπή της ΡΑΕ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας) σε ΡΑΑΕΥ (Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων Ενέργειας & Υδάτων), δηλαδή μιας προπαρασκευαστικής ρύθμισης για την ιδιωτικοποίηση του νερού. Οι ρυθμιστικές αρχές αποτελούν το πρώτο βήμα για την «απελευθέρωση της αγοράς» (Ενέργεια, Τηλεπικοινωνίες, Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων).
Η ίδια πολιτική με παραλλαγές, εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να εξασφαλιστούν τεράστια κέρδη για τους επιχειρηματικούς ομίλους στους οποίους παραδίνονται οι κλάδοι που “απελευθερώνονται” σταδιακά απ’ την “κρατική προστασία”: Τηλεπικοινωνίες, Ενέργεια, Μεταφορές και Νερό. Η πολιτική αυτή αποτελεί «προαπαιτούμενο» για την εξασφάλιση νέου πακτωλού χρηματοδοτήσεων των επιχειρηματικών ομίλων μέσω του νέου υπέρ–μνημονίου δηλ. του «Ταμείου Ανάκαμψης», με το κόστος να φορτώνεται, για άλλη μια φορά, στους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα.
Αυτή η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε στην ενέργεια, οδήγησε σταδιακά στην εκτόξευση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος και στην ενεργειακή φτώχεια λαϊκών οικογενειών και μικρών επιχειρήσεων, την ώρα που τα καρτέλ των ενεργειακών επιχειρήσεων μετρούν τεράστια κέρδη. Ο «ανταγωνισμός» και η «απελευθέρωση» θα έριχναν τις τιμές…, που όμως στην πορεία «εκτοξεύτηκαν».
Η εφαρμογή αντίστοιχων πολιτικών ιδιωτικοποίησης, ευθύνεται ακόμα και για εγκλήματα όπως αυτό των Τεμπών, όπου η ασφάλεια των επιβατών θυσιάστηκε στο βωμό των κερδών με τα τραγικά αποτελέσματα που όλοι γνωρίζουμε.
Η πολιτική ιδιωτικοποίησης του νερού που έχει ήδη ξεκινήσει με την Οδηγία 2000/60 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντιμετωπίζει το νερό ως εμπόρευμα, αδιαφορώντας για τις συνέπειες, τόσο για τις λαϊκές οικογένειες όσο και τους αγρότες.
Για εμάς είναι καθαρό, ότι δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την παραπέρα εμπορευματοποίηση – ιδιωτικοποίηση του νερού, ούτε την μεταφορά τακτικών δημοσίων υπαλλήλων σε ΑΕ.
Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει δραματικές συνέπειες, τόσο για τους συναδέλφους που εργάζονται στις υπηρεσίες που θα μεταφερθούν στην Α.Ε. και αφορά στην σχέση και τις συνθήκες εργασίας, όσο και για όλους τους υπόλοιπους που θα φορτωθούμε την αύξηση της τιμής του νερού. Αντίστοιχες συνέπειες θα έχουν και οι βιοπαλαιστές αγρότες που κινητοποιούνται σήμερα για την μείωση του κόστους παραγωγής.
Είναι φανερό ότι η μεθόδευση ιδιωτικοποίησης του νερού της Θεσσαλίας μέσω της παράδοσης της διαχείρισης σε Ανώνυμη Εταιρεία, αποτελεί προπομπό για την υπόλοιπη χώρα.
Για τους λόγους αυτούς:
ΛΕΜΕ ΟΧΙ:
• Στην ιδιωτικοποίηση και την εμπορευματοποίηση του νερού.
• Στην δημιουργία Ανώνυμης Εταιρείας ή οποιουδήποτε φορέα δεν ανήκει στον δημόσιο τομέα τόσο ως προς τον έλεγχο, όσο και ως προς την μορφή για την διαχείριση των υδάτων και στη λειτουργία με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια στην Θεσσαλία και οπουδήποτε αλλού.
• Στην «μεταφορά» συναδέλφων σε Ανώνυμη Εταιρεία.
ΛΕΜΕ ΝΑΙ:
• Στην αναβάθμιση / στελέχωση των αρμόδιων υπηρεσιών, με κριτήριο τις ανάγκες και το έργο που καλούνται να υπηρετήσουν προκειμένου να επιτελούν ολοκληρωμένα το ρόλο τους. Όλες οι αρμοδιότητες που σχετίζονται με την διαχείριση του νερού και τα απαιτούμενα έργα υπάγονται και εκτελούνται αποκλειστικά από οργανικές μονάδες δημόσιου φορέα.
• Στη διασφάλιση φθηνού, ελεγμένου, ποιοτικού νερού με ταυτόχρονη προστασία στο φυσικό περιβάλλον.
• Στην άμεση υλοποίηση των αναγκαίων έργων υποδομής, για εξασφάλιση της επάρκειας του νερού για ύδρευση και άρδευση, χωρίς χαράτσια στην αγροτική παραγωγή.
Πίνακας Αποδεκτών