Σημαντικό θέμα για την κοινωνική πολιτική στους δήμους συζητήθηε στο ΔΣ της ΚΕΔΕ με αντικείμενο το σχέδιο Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) που προβλέπει τις προϋποθέσεις λειτουργίας και αδειοδότησης των Κέντρων Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών και Ατόμων με Αναπηρία (ΚΔΑΠμεΑ) εντός δημόσιων σχολικών κτιρίων.
Παρότι η εισήγηση εγκρίθηκε ομόφωνα από το ΔΣ, η συζήτηση περιλάμβανε πλήθος κρίσιμων επισημάνσεων, προτάσεων και προειδοποιήσεων για την ορθή και ισότιμη εφαρμογή του νέου πλαισίου.
Τι προβλέπει η νέα ΚΥΑ
Το σχέδιο ΚΥΑ – προϊόν συνεργασίας των Υπουργείων Παιδείας, Κοινωνικής Συνοχής & Οικογένειας και Εσωτερικών – προβλέπει ότι οι δομές ΚΔΑΠμεΑ μπορούν να λειτουργούν σε σχολικά κτίρια μετά το τέλος του σχολικού ωρολογίου ή/και του ολοήμερου προγράμματος. Ο φορέας λειτουργίας μπορεί να είναι είτε ο ίδιος ο Δήμος είτε Νομικό του Πρόσωπο.
Παράλληλα, παρέχονται εξαιρέσεις από τις αυστηρές τεχνικές και λειτουργικές προδιαγραφές της προηγούμενης ΚΥΑ 31930/2021, ώστε να καταστεί πιο ευέλικτη η διαδικασία αδειοδότησης σε υφιστάμενα δημόσια κτίρια.
Αυτές οι εξαιρέσεις αφορούν, μεταξύ άλλων:
• Την υποχρέωση ύπαρξης χώρων όπως αίθουσες πολλαπλών χρήσεων, χώροι παρασκευής γευμάτων ή χώροι αποθήκευσης εξοπλισμού.
• Προδιαγραφές προσβασιμότητας (ράμπες, πλάτος διαδρόμων, κ.λπ.).
• Τεχνικές λεπτομέρειες του φακέλου αδειοδότησης.
Ωστόσο, για τις ήδη αδειοδοτημένες δομές προβλέπεται διατήρηση της άδειας, εκτός αν προκύψουν ουσιώδεις μεταβολές (π.χ. ωράριο, αριθμός ωφελούμενων, αλλαγή στην κτιριακή υποδομή).
Την παρουσίαση της εισήγησης έκανε η δήμαρχος Λαγκαδά και πρόεδρος της Επιτροπής Κοινωνικής Πολιτικής της ΚΕΔΕ, Ελπινίκη Ανδρεάδου.
Όπως ανέφερε:
«Το σχέδιο ΚΥΑ αποτελεί σημαντική πρόοδο. Διευκολύνει την ίδρυση νέων ΚΔΑΠμεΑ από τους δήμους σε ήδη υπάρχοντες σχολικούς χώρους, οι οποίοι έως τώρα παρέμεναν αναξιοποίητοι λόγω των αυστηρών τεχνικών απαιτήσεων.»
Η ίδια όμως σημείωσε ότι υπάρχει ένα βασικό πρόβλημα που θα πρέπει να προβληματίσει όλους τους εμπλεκόμενους: η μείωση του ωραρίου λειτουργίας των ΚΔΑΠμεΑ, ιδίως στις περιπτώσεις που το σχολείο λειτουργεί ολοήμερο.
«Σε αυτές τις περιπτώσεις, η λειτουργία του ΚΔΑΠ μπορεί να ξεκινήσει μόλις μετά τις 16:00 ή 16:30. Αυτό σημαίνει πως από οκτώ ώρες που θα μπορούσε να λειτουργεί, καταλήγει να προσφέρει έξι ή και λιγότερες. Αυτό είναι κρίσιμο για τις οικογένειες που βασίζονται σε αυτήν τη δομή.»
Επιπλέον, η κ. Ανδρεάδου σημείωσε πως οι εξαιρέσεις από τις προδιαγραφές είναι λογικές και απαραίτητες, αλλά μπορεί να ενισχύσουν την ανισότητα μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών δομών, ειδικά αν οι πρώτες απαλλάσσονται από απαιτήσεις που θεωρούνται βασικές για την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.
«Θα χρειαστούν τουλάχιστον ελάχιστες παρεμβάσεις, όπως η διαμόρφωση προσβάσιμης τουαλέτας και ράμπας. Και εδώ πρέπει να προστεθεί μια σοβαρή παράμετρος: η ανάγκη για χρηματοδότηση αυτών των παρεμβάσεων.»
Πρότεινε η δημιουργία κάθε ΚΔΑΠμεΑ να συνοδεύεται από μικρή στοχευμένη χρηματοδότηση, «ώστε κανένας δήμος να μη μείνει εκτός εξαιτίας ελλείψεων σε ράμπες ή υποδομές προσβασιμότητας».
Στην παρέμβασή του ο κ. Σπυρίδων εστίασε στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ΚΔΑΠμεΑ και στον κίνδυνο δημιουργίας «δύο ταχυτήτων» δομών.
«Τα ΚΔΑΠμεΑ δεν είναι ΚΔΑΠ. Έχουν αυξημένες απαιτήσεις και άλλες ανάγκες. Δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι θα λειτουργούν κάποιες δομές με πληρότητα προδιαγραφών και άλλες με “εκπτώσεις” στην ποιότητα λόγω των εξαιρέσεων.»
Εξέφρασε σοβαρές επιφυλάξεις για τη λειτουργία των δομών μετά τις 17:30 στις περιπτώσεις που το σχολείο φιλοξενεί ολοήμερο πρόγραμμα. Υπογράμμισε ότι αυτό θα περιορίσει όχι μόνο το ωράριο αλλά και τα οικονομικά των δομών, εφόσον οι επιδοτήσεις είναι αναλογικές με τις ώρες λειτουργίας.
Τόνισε επίσης ότι ένα μεγάλο ποσοστό των ωφελούμενων των ΚΔΑΠμεΑ είναι ενήλικες, άνω των 29 ετών – και η συνύπαρξή τους στο ίδιο κτιριακό συγκρότημα με μαθητές χρειάζεται ιδιαίτερο σχεδιασμό.
«Δεν είναι απλά παιδιά που σχολάνε στις 2. Πρόκειται για ενήλικες με διαφορετικές ανάγκες, οι οποίοι δικαιούνται υποδομές που να τους σέβονται. Οι σχολικές αίθουσες δεν επαρκούν αν δεν προσαρμοστούν σωστά.»
Σε υψηλούς τόνους μίλησε ο δήμαρχος Νεάπολης-Συκεών, Σίμος Δανιηλίδης, ο οποίος υπενθύμισε τη μακρά μάχη της Αυτοδιοίκησης για να αποκτήσει ρόλο στις κοινωνικές υπηρεσίες προς τα ΑμεΑ:
«Η Ελλάδα είναι ουραγός στην αποασυλοποίηση. Τα ΚΔΑΠμεΑ – όπως είναι και ο σωστός όρος – είναι η αρχή της ελευθερίας για τα άτομα με αναπηρία.»
Κατήγγειλε ότι στο παρελθόν ορισμένοι συνδικαλιστικοί φορείς εμπόδισαν με σφοδρότητα τη λειτουργία ακόμα και απλών ΚΔΑΠ σε σχολικά κτίρια, θεωρώντας τα σχολεία ιδιοκτησία του εκπαιδευτικού κόσμου και όχι των τοπικών κοινωνιών.
Ο κ. Δανιηλίδης υποστήριξε με θέρμη τη μείωση του ωραρίου λειτουργίας των ΚΔΑΠμεΑ σε δύο εξαώρες βάρδιες, όπως ισχύει σε πολλές χώρες της Ευρώπης:
«Η λειτουργία από τις 6 το πρωί μέχρι τις 10 το βράδυ, με δύο βάρδιες, είναι εξοντωτική. Κανένας γονιός δεν μπορεί να ξυπνάει το παιδί του στις 4 τα ξημερώματα για να το προλάβει στον ΚΔΑΠ. Το εξάωρο είναι η ρεαλιστική, ανθρώπινη λύση.» Ο κ. Δανιηλίδης σημείωσε ότι τα παιδιά με αναπηρία χρειάζονται μεγάλο χρόνο προετοιμασία πριν πάνε στο σχολείο.
Έθεσε επίσης σοβαρό θέμα πολεοδομικών εμποδίων που καθυστερούν την αδειοδότηση, προειδοποιώντας ότι «χωρίς ειδική ρύθμιση και χωρίς χρηματοδότηση για προσαρμογές, οι δήμοι δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στο πλαίσιο».
Η απόφαση: Θετική αλλά με αιτήματα
Παρά τις επιμέρους επιφυλάξεις και παρατηρήσεις, η πρόταση εγκρίθηκε ομόφωνα από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΚΕΔΕ. Όλοι συμφώνησαν ότι η νέα ΚΥΑ συνιστά σημαντική πρόοδο, αλλά πρέπει να συνοδευτεί με:
• Κανονιστική σαφήνεια για να μη δημιουργούνται δομές «β’ κατηγορίας»,
• Χρηματοδότηση για τις στοιχειώδεις τεχνικές προσαρμογές,
• Ευελιξία στη λειτουργία ώστε να εξυπηρετούνται οι πραγματικές ανάγκες των οικογενειών,
• Νομοθετική παρέμβαση για την επίλυση πολεοδομικών εμποδίων.
Η συνεδρίαση της ΚΕΔΕ κατέδειξε ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι έτοιμη να στηρίξει έμπρακτα τη δημιουργία δομών για παιδιά και άτομα με αναπηρία. Ωστόσο, απαιτείται από την κεντρική διοίκηση να παρέχει τα απαραίτητα εργαλεία και πόρους ώστε το θεσμικό πλαίσιο να μη μείνει «γράμμα κενό» αλλά να μεταφραστεί σε πράξη – προς όφελος των πιο ευάλωτων συμπολιτών μας και των οικογενειών τους.